Τρίτη 2 Μαΐου 2017

Τι που θυμηθηκε η πανσεληνος η ναυαγος αποψε.

καθε φορα που οι ναυτικοι
προσαραζουν στο λιμανι
δεν ειναι ευτυχεις γιατι επιστρεφουν στους δικους τους
τι ειναι η προσκαιρη χαρα
σαν ξερουν
πως τους περιμενει γυρισμος στην ωκεανεια μοναξια τους
και πανε μονο για να ξαναφυγουν
με τρομο για να ξαναφτανουν
νιωθοντας καθε φορα πως δεν θα θελαν
ως την επομενη να αντεξουν και να αντεξουν
και να αντεξουν και να παντα να μαθαινουν να αντεχουν
ολο πιο λιγο και καθε φορα το πιο πολυ.
ισως το μονο που οταν γερασουν νιωθουν παντοτε
πως τους χαμογελουσε κι αναβοσβηνε για να θερμανει
το ναυαγιο της πιστης τους
καθε φορα
ηταν η μοναξια πιο μοναξια απ τη μοναξια τους
ο φαροφυλακας τους ο καντηλαναφτης
ποτέ του απανω στη στερια
ποτέ του απανω και στη θαλασσα
κατι μισο στη γης και του νερου
και σε μια ακρη της νυχτας
μισο σκοταδι λιγο φως μισο
λιγο σκοταδι
της κοψης του κοσμου και μετα
της κοψης και του ουρανου
το περιγιάλι
μονο που τους αγκαλιάζει
να ναι το πάντα αυτό το πουθενά
το ολόδικό τους παντα..
οι γεροι ναυτικοι ομως μαθαν με τα χρονια
να μην μετρουν τα χρονια με τις πλάτες τους
να μην μετρουν και τις δεκαετιες μοναχά με τη σιωπη τους
μοναχα μαθαν μοναχά ποτέ να μην τη λησμονουν
εκείνη την ευγνωμοσυνη και την χαρη
που οφειλουνε στα κουρασμένα μάτια
που οφειλανε στα γερασμένα χέρια των φαροφυλακων
μεσα απο την μοναξια των ναυτικων
η μοναξια η πιο μεγαλη κι απ τη μοναξια τους
ενα σημαδι που τους παραμονευε λιγο πριν φτασουν
σε ενα γυρισμο θανατερο
και λιγο πριν γυρισουνε στο θανατο
που χει το μαυρο πελαγος τις νυχτες
και γινουν δυο οι νυχτες
κι οι νυχτες γινουνε και τρεις
να τους φυλάξει λιγο πριν προφτάσουν..
εκεινη την αρχη που απ τη μεση πιανεται
και πριν το τελος
παλι ξαναρχιζει
εκεινοι που οι επικοι λεγαν πως ειν του νοστου..
ενα κερακι ο φαροφυλακας να τους ζεσταινει τις καρδιες
αγνωστος παντα, κι αγνωστο κερακι
οι γεροι ναυτικοι θυμουνται
ποσους φαρους
ποσους θαμμενους μες στι πετρες αγνωστους
[γιατι δε γινηκαν γι αυτους δημοτικα τραγουδια τοσο ξακουστα
σαν που θυμασαι εκεινο το γεφυρι; ]
ενα κερακι για τον φαροφυλακα
θα θελαν να ζητησουν αν γυρισουν στη στεριά
οι γεροι ναυτικοι να αναβει στο καντηλι τους
αν καποιος τους θυμαται καπου
στη στεριά η στη θάλασσα οταν φυγουνε
αν καποιος τους θυμαται και τους κλαψει.
------------------------------------------------------
α.β.π.17 οκτ.πανσελ.μολος.πατρα.μονος,παντα

Πέμπτη 30 Μαρτίου 2017

Καλή Ανθούσα

Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης/ 21/03/2017/
Ποίημα Αφιερωμένο στον Κώστα Καρυωτάκη στο σημείο που παραδίδεται.
.
----''Η ποίηση είναι το καταφύγιο που φθονούμε''
-------------------------------------------------------------------------------------------------------
Μην με ακούς απόψε με τα μάτια της ψυχής σου
Όταν αυτά τα μάτια είναι γεμάτα χρώματα
μονάχα από αγκάθια που ξεστράτισαν
γιατί ήθελαν τα χρώματα να δουν

Μην με ακούς και με τον χτύπο της καρδιάς σου
Όταν ο ίδιος χτύπος σου αυτός
Υπέφερε μόνο για την ψυχή
για όσα μόνο η ψυχή του βάσταξε
Και όχι από όσα δεν ξεστράτισε να δει
Παρά  μονάχα δέονταν - στ ακάνθινα στεφάνια-
Για όσα μπορεί ή δεν μπορεί
Μελλοντικός Παράδεισος
Μην με επιμένεις σήμερα με λέξεις
Για όσα με επιμένω σήμερα εγώ και με φωνή.
Τούτο που λέω όχι
Ποίημα δεν είναι
Μήτε και χτύπος είναι
Μήτε και χώμα που ξεράθηκε στο στήθος μου
Μήτε και κάτι μαραμένοι ανθοκάλυκες
Που ξεστρατίσανε από ανήλια ξημερώματα
Όσα εγώ τώρα βλέπω
Όσα δεν πρόφτασα είναι
Όσα εσύ τώρα βλέπεις
Όσα δεν πρόφτασες

Μα εσύ μου λες ότι τώρα το ξέρεις
Τώρα πως το μαθες σε τούτη την κραυγή
Και μια για πάντα

Όμως υπάρχω και εγώ ακόμα εδώ
Κι εγώ σου λέω
Πως όσα πάλεψα απόψε με τις λέξεις
Πεθαίνοντας μαζί σου προσπαθώ για να τα δω

Κι ίσως μια,
και Ποτε.
Εδώ μονάχα η Κόλαση
Εδώ
Μονάχα
η Ποίηση
Κι αυτό που καταφύγιο για τους παράλυτους εμάς
Για άλλους

-Αποθήκη Συγκινήσεων
Μα τούτη τη σιταποθήκη άραγε
ποιος από μας στο τέλος θα την πάρει;
Ή πες μου ποιος, καλύτερα,
θα της φορέσει και τον πιο βαρύ Σταυρό;

Αν το λουλούδι πόνεσε
προσμένοντας μιαν άνοιξη
Μόνο η Άνοιξη ήξερε τι πόνο θα βαστάξει
την ώρα που θα τό παιρνε μαζί της
Αν το σκαλί φοβήθηκε
την ώρα που θα σπάσει
Μόνο η Ουράνια Κλίμακα ήξερε
τι πόνο θα βαστάξει
την Ώρα που θα το θρυμμάτιζαν
Οι καρχαρίες των Παθών
Κι αν μία μόνο λέξη ήξερε
τι μάχη να παλέψει
απ τη φωνή στο αίμα

Του Κόσμου μόνο οι Κραυγές
έντρομες από αγάπη ήξεραν
τον πόνο και γιατί
- η Ιστορία λίγο πριν το τέλος
όλα τα προδίδει
Δεν υποφέρει όχι
Αυτό που ξέρει από πριν πως θα υποφέρει
Ούτε μπορεί να δέεται αυτό
που προσκυνάει το Σταυρό για το Σταυρό

Και τίποτα δεν γνώρισε τον πόνο
άμα δεν ένιωσε πως
τρόμαξε τη φύση.

Έλα κοντά μου. Κάθησε.
Απόψε είναι το ποίημα.
Απόψε είναι κι η φωνή.
Απόψε το λουλούδι, το σκαλί, κι η λέξη.
Και το χρώμα απόψε.
Και η ώρα.
Έλα κοντά
Κι ας κόψουμε μαζί ένα λουλούδι
απο την Άνοιξη
με σταυρωμένα χέρια
χωρίς να μας τρομάζει το χωράφι
Έλα κοντά μου
ν αποκοιμηθούμε στο ίδιο το σκαλί
που λίγο πριν σκαλί το πούμε
το παμε Ουρανό
Κι έλα κοντά μου Σε παρακαλώ
Έλα κοντά
Να πουμε δυό κουβέντες
Χωρίς να φοβηθούμε απο πριν
πως θα τις πάρουνε μαζί τους οι κουβέντες
Σκύψε μαζί μου
Σκύψε μαζί μου κι άκουσε

Το ποίημα σταμάτησε για μένα
Όπου για σένα εκεί το ποίημα αρχίζει

Εγώ μονάχα ξέρω ότι σταμάτησε.
Εσύ μονάχα όμως,αυτή την Άγια Νύχτα της φωνής
Ήρθες για μας μονάχος να σταθείς
Πάνω απο όσα λες είν όνειρο

Όμως δεν πρόλαβα να σου το πω
- Η Ποίηση μας εμπαίζει

Και για Εκείνα τα πολλά
Που ο Ουρανός μας υποσχέθηκε

Για εκείνα και τα λίγα
που μας έταξε στον θάνατο.


Άλλος κινάει στον πόνο.Άλλος και στα Πάθη.
Άλλος κινάει στην δέηση
Άλλος κινάει και στην κραυγή εν ειρηνη

Κι οι φλέβες
Οι φλέβες μας
Λέξεις Παρείσαχτες στα Ποιήματα
Να μας προστάζουν.
- Όλα αυτά που Ικετεύσαμε-
Όμως
έλα κοντά μου Πρέπει να στο πω
Δεν θα προλάβω
Η Ποίηση, όχι Δεν θα προλάβω

Η Ποίηση για εμάς τους αγαθούς, όχι
δεν είναι αυτό που αγαπήσαμε

Μα ο δήμιος μας είναι
Ο Δήμιος εκείνος που διαλέξαμε
μήπως μπορέσουμε να αγαπήσουμε κάτι κι εμείς
Ίσως,
που να το ξέρουμε μαζί.
-----------------------------γραφή-Άννα Παπαδιονυσίου 19/03/2017