Πλάθουμε
όνειρα ξορκίζοντας τη λάσπη
Κι ας
είναι το αλεξίπτωτο μονάχα
Που ως
τα πιο μεγάλα βάθη στο τέλος θα μας ρίξει
Κι όσα
πράξαμε καθώς μια ευλαβική τιμωρία φωτός
Για να
συνέλθουμε από τη μεθη πως
Τάχα
ήμασταν πάντα κύριοι του εαυτού μας
Παράλογες
συνομιλίες όλο αντιφάσεις τραγικές
με το υπόλοιπο κορμί της μέσα νύχτας
Ιερουργούμε
τις ενοχές με κώνιο και λήθη
Κοινωνούμε
τις αγωνίες με κρασί ανέρωτο
Με τους
πιστούς της οδύνης
Σε ένα
ξωκλήσι της ύπαρξης
Όπου οι
άγγελοι στις τοιχογραφίες
Πίνουν
αίμα απ το αίμα μας
Κρασί απ
το κρασί μας
Κι όπου
η λειτουργία είναι βγαλμένη
Απ τα
παράπονα ενός ζειμπέκικου κάποιας ταβέρνας άσωτης
Με όλα
τα πάθη ωσάν τα κύριε ελέησον
Κι όλους
τους τραγικούς έρωτες με θυμιατό από δάκρυα
Ένα
ζευγάρι παπούτσια πριν λιώσουν
Είναι η
σκέψη μας
Που τη
φορέσαμε ώσπου να πάμε παραπέρα
Μα
ύστερα τα κλείσαμε στο μπαούλο της συνείδησης
Γιατί ο
ουρανός μας θέλησε ανυπόδητους
Και
φύγαμε για το ανεξήγητο
Και
φύγαμε
και μας
πήρε μαζί του
Όπου
βουλιάζεις,σκύβει μια αλήθεια να σε σηκώσει
Με ένα
σπαθί στο χέρι που σφάζει τη βεβαιότητα
Κι ένα
ρόδι στο άλλο να ξεδιψά η απελπισία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου